- δασεία
- ητονικό σημάδι του πολυτονικού συστήματος που παριστάνει το δασύ πνεύμα: Όλες οι λέξεις που άρχιζαν από ύψιλον έπαιρναν δασεία.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
δασείᾳ — δασείᾱͅ , δασύς with a shaggy surface fem dat sg (doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δασεία — η (AM δασεῑα) βλ. δασύς … Dictionary of Greek
δασεῖα — δασύς with a shaggy surface fem nom/voc sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δασείας — δασείᾱς , δασύς with a shaggy surface fem acc pl (ionic) δασείᾱς , δασύς with a shaggy surface fem gen sg (doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δασύς — εία, ύ και δασός, ιά, ό (AM δασύς, εῑα, ύ) 1. 1. τριχωτός, μαλλιαρός 2. πυκνός 3. (για φυτά) πυκνόφυλλος, φουντωτός 4. (για τόπους) θαμνώδης, με πυκνή βλάστηση 5. (για φθόγγους και λέξεις) αυτός που προφέρεται και γράφεται με δασύ πνεύμα, με… … Dictionary of Greek
Esprit rude — L esprit rude est un signe diacritique utilisé dans l orthographe du grec ancien. Il indique la présence d un son /h/ avant une voyelle, une diphtongue ou la lettre rhô. Toujours utilisé après la période koinè et la disparition du son dans la… … Wikipédia en Français
Rough breathing — ̔ Rough breathing Diacritics accent acute( … Wikipedia
Espíritu áspero — Se ha sugerido que este artículo o sección sea fusionado en Espíritu (signo) (discusión). Una vez que hayas realizado la fusión de artículos, pide la fusión de historiales aquí. El espíritu áspero[1] (en gr. ant … Wikipedia Español
είρω — (I) εἴρω (Α) 1. συναρμολογώ, συναρμόζω 2. παρεμβάλλω, εμπλέκω 3. (για λόγο) συνδέω 4. φρ. «εἰρομένη λέξις» χαλαρό ύφος τού λόγου. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για ενεστώτα (με επίθημα * ye / yo ) που σχηματίζεται από την απαθή βαθμίδα της ΙΕ ρίζας *ser… … Dictionary of Greek
πνεύμα — ατος, το / πνεῡμα, ΝΜΑ, και πνέμα Ν 1. η ψυχή και οι λειτουργίες της, ο ψυχικός κόσμος, σε αντιδιαστολή προς τη σάρκα, την ύλη και τον υλικό κόσμο 2. ο νους και οι ικανότητές του, η ευφυΐα, ο λόγος 3. καθετί το άυλο, το ασύλληπτο με τις αισθήσεις … Dictionary of Greek